Έπειτα από πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Πέτρου Κόκκαλη, εστάλη επιστολή προς τον Πρώτο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Εκτελεστικού Αντιπροέδρου με χαρτοφυλάκιο την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Φρανς Τίμερμανς και προς τον Επίτροπο Περιβάλλοντος, Ωκεανών και Αλιείας Βιργκίνιους Σινκεβίτσιους, αναφορικά με το νέο νόμο που πέρασε πρόσφατα από το ελληνικό Κοινοβούλιο και απορρυθμίζει την περιβαλλοντική νομοθεσία στην Ελλάδα. Την επιστολή συνυπογράφουν 49 Ευρωβουλευτές από τρεις πολιτικές ομάδες.
Το περιεχόμενο της επιστολής, τονίζει τις αντίξοες συνθήκες ψήφισης ενός τόσο σοβαρού νόμου καθώς και την έλλειψη πλήρους διαβούλευσης. Αναφέρονται συγκεκριμένες αποτυχίες και επιχειρήματα που έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και το κράτος δικαίου της ΕΕ. Τέλος καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναλάβει δράση ώστε να διασφαλιστεί η πλήρη εφαρμογή των περιβαλλοντικών νόμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ακολουθεί η πλήρης επιστολή:
Προς
Κύριο Frans Timmermans Κύριο Virginijus Sinkevicius Βρυξέλλες, 15 Μαΐου, 2020 Αγαπητοί Επίτροποι, Ο νέος Νόμος για τον «εκσυγχρονισμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας» ψηφίστηκε στο Ελληνικό Κοινοβούλιο στις 05/05/2020. Το σχέδιο νόμου υποβλήθηκε στο Κοινοβούλιο για ψηφοφορία στις 24/04/202 με συνοπτικές διαδικασίες, ενώ η χώρα βρισκόταν ακόμη σε μια πολύ αυστηρή καραντίνα λόγω COVID-19. Το Κοινοβούλιο λειτουργούσε επίσης με σημαντικούς περιορισμούς, περιορίζοντας τη συμμετοχή των βουλευτών στις επιτροπές και την ολομέλεια. Λόγω της πανδημίας, η δημόσια διαβούλευση ήταν επίσης πολύ περιορισμένη. Επιπλέον, τα αρχικά 82 άρθρα υπό δημόσια διαβούλευση έγιναν μέσα στο Νόμο 136. Ο νέος Νόμος, όπως ψηφίστηκε στο Κοινοβούλιο, περιλαμβάνει άρθρα που είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενα ως προς τη νομική τους βάση στο διεθνές δίκαιο, το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και το Ελληνικό Σύνταγμα. Επιπλέον, αποδυναμώνει τα κρίσιμα εργαλεία περιβαλλοντικής πολιτικής που θα υπονομεύσουν σημαντικά την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου στην Ελλάδα τώρα και στο μέλλον. Αξίζει να σημειωθεί ότι 24 περιβαλλοντικές ΜΚΟ σε εθνικό επίπεδο, περισσότερες από 80 οικολογικές κινήσεις και συλλογικές αρχές ζήτησαν την άμεση απόσυρση του σχεδίου νόμου. Επιπλέον, επιστημονικά ιδρύματα και πανεπιστήμια, το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, ο Συνήγορος του Πολίτη, η Ένωση Διοικητικών Δικαστών και πολλοί άλλοι επαγγελματικοί οργανισμοί, έχουν εκφράσει τις σημαντικές επιφυλάξεις τους σχετικά με διάφορες διατάξεις του νέου Νόμου και τα προβλήματα που αναμένεται να προκαλέσει η εφαρμογή του. Ταυτόχρονα, δύο διαφορετικές αναφορές έχουν συλλέξει περισσότερες από 60.000 υπογραφές σε λίγες μόνο ημέρες. Την πρώτη ημέρα μετά την καραντίνα, περίπου 5.000 πολίτες διαδήλωσαν έξω από το Ελληνικό Κοινοβούλιο απαιτώντας τη διακοπή των διαδικασιών. Σύμφωνα με την επεξηγηματική έκθεση που συνοδεύει το Νόμο που ψηφίστηκε, η περιβαλλοντική αδειοδότηση θεωρείται ως «χρονοβόρα διοικητική διαδικασία», η οποία πρέπει να συντομευθεί για την προώθηση των επενδύσεων. Για αυτόν τον λόγο, αλλά χωρίς να ορίζονται διατάξεις για αυστηρότερο και τακτικότερο περιβαλλοντικό έλεγχο, ο Νόμος υπονομεύει την όλη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και απορρύθμισης λαθών για τον εκσυγχρονισμό. Επιπλέον, οι αλλαγές και οι καθυστερήσεις που θα επηρεάσουν σημαντικά περιβαλλοντικά εργαλεία υπό εφαρμογή (όπως η ανάπτυξη Προεδρικών Διαταγμάτων που ρυθμίζουν τη χρήση γης και τις δραστηριότητες στις περιοχές Natura 2000), θα υπονομεύσουν την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στην Ελλάδα. Επιπλέον, οι μελλοντικές επενδύσεις θα καθυστερήσουν ή θα αποτραπούν, καθώς οι δικαστικές διαδικασίες πιθανότατα θα ξεκινήσουν για ορισμένο αριθμό έργων. Εν συντομία, σημαντικές αποτυχίες, ζητήματα και παραδείγματα περιλαμβάνουν : – Σε αντίθεση με τις Οδηγίες 2011/92 και 2014/52, το πνεύμα του άρθρου 191 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του διεθνούς δικαίου (άρθρο 6 παράγραφος 10 της Σύμβασης Aarhus), ο Νόμος ακυρώνει αποτελεσματικά τη δημόσια διαβούλευση κατά τη διάρκεια της τροποποίησης περιβαλλοντικών αδειών. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας τροποποίησης και εάν οι τροποποιήσεις θεωρούνται από την αρμόδια αρχή ως ασήμαντες ή έχουν θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τότε η δημόσια διαβούλευση καταργείται. – Ο Νόμος δίνει την ευκαιρία να παρακαμφθούν σημαντικές γνωμοδοτήσεις των Δημόσιων αρχών για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων, εφαρμόζοντας μία κατά περίπτωση, ασαφή περιγραφόμενη προσέγγιση, η οποία μπορεί να αλλάξει περαιτέρω με Υπουργική Απόφαση. Αυτό παραβιάζει τόσο το πνεύμα όσο και τις διατάξεις των Οδηγιών 2011/92 και 2014/52: κανένα έργο ή δραστηριότητα δεν μπορεί εκ των προτέρων να εξαιρείται από την εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ακόμη και αν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι θετικές. – Ο Νόμος φέρνει ένα μεγάλο μειονέκτημα στη διαχείριση των περιοχών Natura 2000, καταργώντας τους τοπικούς Φορείς Διαχείρισης, οι οποίοι δημιουργήθηκαν βάσει των αρχών της συνδιαχείρισης και συμμετοχής της Ατζέντας 21, με τη συμμετοχή τοπικών φορέων. Τώρα, η διαχείριση των περιοχών Natura 2000 τίθεται υπό έναν οργανισμό που έχει διοριστεί από την κεντρική κυβέρνηση, ενδεχομένως προκειμένου να ελέγξει τις πληροφορίες και τη γνώμη σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων σε περιοχές της Natura 2000 και για την κατάλληλη αξιολόγηση που απαιτείται από το άρθρο 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. – Οι επενδύσεις που φέρουν σημαντική επιβάρυνση για το περιβάλλον, όπως λατομεία, ορυχεία και ακόμη χειρότερα η εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου (!!!), επιτρέπονται εκ των προτέρων σε περιοχές Natura 200 και σε φυσικούς οικότοπους ευπαθών και κοντά σε εξαφάνιση ειδών. Η τοπική κοινότητα και οι δημοτικές αρχές στερούνται του δικαιώματος γνώμης κατά την έναρξη δραστηριοτήτων εξερεύνησης υδρογονανθράκων σε δημόσιες περιοχές, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη Σύμβαση του Aarhus. – Η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης υπονομεύεται, με τη μεταφορά διασταυρόμενου ελέγχου και ρύθμισης των Εκτιμήσεων Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων από το κράτος σε ιδιωτικούς «αξιολογητές», οι οποίοι επιλέγονται τυχαία, αλλά πληρώνονται από τους ίδιους τους επενδυτές (!), με διαδικασίες που τελικά θα καθοριστούν μέσω ενός Προεδρικού Διατάγματος. – Ο Νόμος αλλάζει τις τεχνικές προδιαγραφές για τους Χάρτες Δασών (τόσο για επικυρωμένους όσο και για εκείνους που βρίσκονται σε εξέλιξη). Το έργο «Χάρτες Δασών» αποτελεί μέρος των υποχρεώσεων της Ενισχυμένης Επιτήρησης της Ελλάδας, που χρηματοδοτείται από την ΕΕ και συνδέεται με το Εθνικό Κτηματολόγιο. Αξίζει να σημειωθεί πως έως το 2019, η Ελλάδα κατάφερε να επικυρώσει δασικούς χάρτες για το 44% της επικράτειάς της, από 1% το 2015 (το υπόλοιπο μέρος ήταν σε εξέλιξη). Όλα αυτά πρέπει τώρα να επανεκτιμηθούν και να αλλάξουν (ή να ακυρωθούν). Αξιότιμοι Επίτροποι, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ζητούν από τα Κράτη Μέλη να θεσπίσουν μέτρα που διασφαλίζουν τα αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ στη ζωή και σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Η προστασία του περιβάλλοντος πρέπει να βασίζεται στο κράτος δικαίου και σε δημοκρατικές διαβουλεύσεις με όλους τους σχετικούς ενδιαφερόμενους σε εύθετο χρόνο και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με συνοπτικές διαδικασίες, αντίθετες προς την Ευρωπαϊκή και τη διεθνή νομική κληρονομιά. Αξιότιμε Επίτροπε Timmermans, στην ομιλία σας προς την επιτροπή ENVI στις 21 Απριλίου, αναφέρατε ότι «η Πράσινη Συμφωνία δεν είναι πολυτέλεια που εγκαταλείπουμε όταν χτυπήσουμε μια άλλη κρίση. Είναι απαραίτητο για το μέλλον της Ευρώπης». Τους επόμενους μήνες, εμείς ως μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να συζητήσουμε και να ψηφίσουμε για σημαντικά αρχεία όπως ο Νόμος για το Κλίμα, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης τις νέες στρατηγικές Κυκλικής Οικονομίας, Βιοποικιλότητας και Κλιματικής Προσαρμογής, που θα διαμορφώσουν το μέλλον της Ευρώπης για τις επόμενες δεκαετίες. Μια προοδευτική Πράσινη Συμφωνία που θα λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για αυξημένη φιλοδοξία για το κλίμα, βιώσιμες επενδύσεις και απλή μετάβαση πρέπει να λειτουργεί για όλους ή δεν θα λειτουργήσει καθόλου. Αξιότιμε Επίτροπε Sinkevicius, κατά την ακρόαση επιβεβαίωσης σας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 3 Οκτωβρίου 2019 δηλώσατε ότι «όσον αφορά στους περιβαλλοντικούς νόμους, ο εκλεγμένος Πρόεδρος ήταν πολύ σαφής και αναφέρεται επίσης και στην επιστολή της αποστολής: μηδενική ανοχή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. […] Θα εξετάσω σίγουρα όλα τα πιθανά εργαλεία στην εργαλειοθήκη.» Πριν από λίγες ημέρες, 17 κράτη μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή καλώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να σχεδιάσει μια στρατηγική ύπαρξης μετά το COVID 19, βάσει της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, αλλά όπου επίσης δηλώνουν ρητά ότι οποιαδήποτε “επείγουσα δράση για την προστασία και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας πρέπει να αποτελεί βασικό μέρος της αντίδρασης μας στην παγκόσμια κρίση υγείας και περιβάλλοντος και μία βασική πτυχή για να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη επιβίωση και ευημερία των κοινωνιών μας”. Η ελληνική κυβέρνηση δεν τηρεί τη δέσμευσή της και, ως εκ τούτου, δεν διασφαλίζει την ευημερία του Ελληνικού λαού, την πρόσβασή τους σε βιώσιμα μέσα διαβίωσης και το δικαίωμά τους να απολαμβάνουν ένα ασφαλές και υγιές περιβάλλον. Αξιότιμοι Επίτροποι, με τα παραπάνω βάσιμα επιχειρήματα, θα θέλαμε πρώτα να σας ενημερώσουμε για την παραβίαση του διεθνούς και του κράτους δικαίου της ΕΕ και να σας παροτρύνουμε να αναλάβετε δράση κατά της απορρύθμισης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στην Ελλάδα. Δεν πρέπει να επιτρέπουμε εκπτώσεις ούτε στη δημοκρατική διαδικασία, ούτε στην προστασία του περιβάλλοντος. Σας ζητάμε να διασφαλίσετε την πλήρη εφαρμογή των περιβαλλοντικών νόμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |