Τα τελευταία χρόνια οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής αποτελούν καίριο παγκόσμιο περιβαλλοντικό ζήτημα. Τα ακραία κλιματολογικά φαινόμενα παρουσιάζουν έξαρση κυρίως μετά τη Βιομηχανική εποχή, που παρατηρήθηκε ραγδαία αύξηση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Οι ανθρωπογενείς δράσεις θεωρούνται αποδεδειγμένα υπαίτιες για το κλίμα το οποίο αλλάζει.

Σημαντικότερη συνέπεια της κλιματικής αλλαγής αποτελεί η καθολική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος με άμεσες συνέπειες την υποβάθμιση των αστικών κέντρων και την μείωση της ποιότητας διαβίωσης του ανθρώπου. Ξεχωριστός λόγος, όμως, πρέπει να γίνει για τα δασικά οικοσυστήματα, τα οποία παρέχουν μια μεγάλου εύρους λίστα λειτουργιών στο περιβάλλον αλλά και στον άνθρωπο ειδικότερα και είναι αυτά τα οποία έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες πιέσεις από το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής.

Βασικές αιτίες της επιδείνωσης του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής είναι η καύση των ορυκτών καυσίμων αλλά και σημαντικός παράγοντας αποτελεί η αποψίλωση των δασών, τα οποία δεσμεύουν διοξείδιο του άνθρακα και λειτουργούν ως φυσικοί εξισορροπιστές της ατμόσφαιρας. Η διατάραξη αυτής της ισορροπίας του φυσικού κύκλου του άνθρακα έχει επιφέρει και πρόκειται να επηρεάσει ακόμη περισσότερο αρκετούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων της παγκόσμιας υγείας, της οικονομίας αλλά και της ισορροπίας των δασικών οικοσυστημάτων.

Σύμφωνα με την έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) για το έτος 2007 οι παγκόσμιες συγκεντρώσεις των αεριών: διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και διοξείδιο του αζώτου έχουν αυξηθεί ραγδαία από το 1750. Ο λόγος της αύξησης των συγκεντρώσεων των αερίων του θερμοκηπίου, όπως αποκαλούνται, είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες και πιο συγκεκριμένα η εντατική γεωργία, η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων αλλά και οι αλλαγή χρήσης γης.

Το κλίμα αλλάζει διαχρονικά σύμφωνα με παλαιοκλιματικές πληροφορίες και είναι ένα φαινόμενο λογικό, όμως η παγκόσμια θέρμανση του πλανήτη που συντελείται τα τελευταία εξήντα χρόνια είναι ασυνήθιστη και αδιαμφισβήτητη. Τα στοιχεία που συνετέλεσαν σε αυτήν την κατάληξη είναι η αύξηση των τιμών της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας, η θερμοκρασία των ωκεανών, η εκτεταμένη τήξη του πάγου αλλά και η παγκόσμια αύξηση της μέσης στάθμης της θάλασσας.

Η αποψίλωση, η αστικοποίηση και οι μετατοπίσεις στα πρότυπα βλάστησης αλλάζουν επίσης το κλίμα και προκαλούν μεταβολές στην ισορροπία απελευθέρωσης και απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα. Η διαδικασία της αποψίλωσης των δασών απελευθερώνει άνθρακα στην ατμόσφαιρα, και κυρίως διοξείδιο του άνθρακα. Επιπροσθέτως, η μείωση της έκτασης των δασών μειώνει αυτόματα την ικανότητα απορρόφησης του διοξειδίου του άνθρακα και επομένως αυτό παραμένει στην ατμόσφαιρα αδέσμευτο. Ενώ, τέλος, η αποψίλωση των δασών μέσω της καύσης τους προκαλεί οξείδωση στο έδαφος και αυτό έχει τεράστιες συνέπειες.

Συμπερασματικά, εφόσον η αλλαγή του κλίματος έχει προκληθεί από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες θα πρέπει λοιπόν ο άνθρωπος να θεσπίσει τα εργαλεία και να καθορίσει το πλαίσιο και τις πολιτικές που θα συμβάλλουν στην μείωση του φαινομένου.

Τα δασικά οικοσυστήματα εκτιμάται ότι θα στρεσαριστούν λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας και αυτό θα έχει σαν συνέπεια τη μετακίνηση των πληθυσμών των δασικών δέντρων, τη χωρική μετατόπισή τους πιθανόν σε άλλο γεωγραφικό εύρος. Φυσικά, αυτό το φαινόμενο δεν είναι μια διαδικασία που συντελείται με ταχύτητα ούτε παρατηρείται άμεσα, αυτό θα συμβεί σε βάθος χρόνου και επίσης θα επιφέρει τη μετακίνηση των δασοορίων αλλά και τη μετακίνηση των ειδών της χλωρίδας και της πανίδας τα οποία έχουν το ενδιαίτημα τους εντός των εν λόγω δασικών οικοσυστημάτων.

Μία άλλη συνέπεια της κλιματικής αλλαγής είναι και οι πυρκαγιές. Στα Μεσογειακά οικοσυστήματα, οι υψηλές θερμοκρασίες κατά τους θερινούς μήνες συνοδευόμενες από μακράς διαρκείας ξηρή περίοδο που χαρακτηρίζεται από έλλειψη βροχοπτώσεων καθιστά τη δασική βλάστηση ιδιαιτέρως εύφλεκτη. Οι πυρκαγιές που λαμβάνουν χώρα στα δασικά οικοσυστήματα έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε αρκετούς τομείς που συμβάλλουν στη καλή υγεία των δασών. Αρχικά, η πυρκαγιά υποβαθμίζει την ποιότητα του εδάφους και παράλληλα αυξάνει τον κίνδυνο διάβρωσης του. Επιπροσθέτως, η συχνότητα, η ένταση της φωτιάς και το μέγεθός της επηρεάζουν την αναβλαστική ικανότητα των ειδών και επομένως τις στρατηγικές επιβίωσης των δασικών ειδών. Έτσι, εάν οι μηχανισμοί επιβίωσης δεν λειτουργήσουν σωστά τότε προκύπτει υποβάθμιση ολόκληρου του δασικού οικοσυστήματος.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, και ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης, περίπου το 60% των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου παράγονται από τον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο φυσικός πλούτος της Ελλάδας, η μεγάλη της βιοποικιλότητα και τα αυτοφυή δάση της επηρεάζονται άμεσα από τη μεταβολή των κλιματολογικών συνθηκών. Η αύξηση της θερμοκρασίας που ήδη παρατηρείται στη χώρα μας προκαλεί παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας και αυξάνει τον αριθμό των πυρκαγιών οι οποίες έχουν καταστροφικές συνέπειες για τα δασικά οικοσυστήματα επηρεάζοντας την επιβίωση τους, αλλά και για τους ανθρώπους επηρεάζοντας την υγεία, την ποιότητα του αέρα αλλά και του νερού καθώς επίσης υποβαθμίζουν και την αξία του δάσους ως σημείο αναψυχής και τουριστικών αποδράσεων. Επομένως, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής ποικίλουν και διαταράσσουν μεγάλο εύρος τομέων.

Η άμεση υιοθέτηση και εφαρμογή εθνικού σχεδίου προσαρμογής κρίνεται απαραίτητη με σκοπό τη άμβλυνση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Βασική αξία της δημιουργίας μιας στρατηγικής κατά της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να είναι η αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων. Η κοινωνία έχει μεγάλες απαιτήσεις από τα δασικά οικοσυστήματα, θα πρέπει να εξυπηρετούν τον λειτουργικό τους ρόλο, να παράγουν αγαθά αλλά και άυλες υπηρεσίες και αυτό σε συνδυασμό με την εντατικοποίηση των αλλαγών χρήσεων γης, την υποβάθμιση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και την αυξανόμενη απόθεση αζώτου έχει σαν αποτέλεσμα να ληφθούν μέτρα για την αύξηση της ανθεκτικότητας των δασών σε αυτό το σύμπλεγμα παραγόντων.

Με τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της κλιματικής αλλαγής και την εφαρμογή ορθών διαχειριστικών μέτρων, θα αντιμετωπιστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις στα δασικά οικοσυστήματα ενώ παράλληλα θα περιοριστούν και τα οικονομικά οφέλη που ο άνθρωπος καρπώνεται από τα φυσικά οικοσυστήματα. Υπό το πλαίσιο αυτό κρίθηκε αναγκαίο να επιδιωχθούν περισσότερο φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικές παγκοσμίως και να γίνει κατανοητή η ανάγκη για στροφή στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στον έλεγχο και τον περιορισμό της ρύπανσης από τις αυξανόμενες ανάγκες της κοινωνίας.

Οι Τεχνολογίες Περιβάλλοντος έχοντας πλέον εισβάλλει δυναμικά στην καθημερινότητα των πολιτών διευκολύνοντάς την, συμμετέχουν ενεργά στην προστασία του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής προάγοντας την Πράσινη Πληροφορική και την Ενεργειακή Βιωσιμότητα. Όταν χρησιμοποιούνται προς όφελος του φυσικού περιβάλλοντος και συμβάλλουν στην αειφόρο ανάπτυξη τότε μπορούμε να μιλάμε για περιβαλλοντικά βιώσιμες τεχνολογίες περιβάλλοντος.

Η συνειδητοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων έχουν αναδιαμορφώσει τη λειτουργία και τις προτεραιότητες του επιχειρηματικού, του επενδυτικού αλλά και του δημόσιου τομέα που θεωρείται ο πυλώνας της στρατηγικής κάθε χώρας. Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα αποτελεί πλέον στη σημερινή εποχή οδηγό για την ανάπτυξη στρατηγικών προς τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

Η προστασία του περιβάλλοντος, η μείωση του διοξειδίου του άνθρακα και η προστασία ενάντια στην κλιματική αλλαγή έχουν εδραιωθεί πλέον στις παγκόσμιες προτεραιότητες. Η αειφορική διαχείριση αποτελεί τη βασική ιδέα της Agenda 2030 προάγοντας την ισορροπημένη ανάπτυξη της οικονομίας, της κοινωνίας και του περιβάλλοντος. Προς αυτή την κατεύθυνση, σημαντικό εργαλείο είναι η τεχνολογία, η οποία με την εξέλιξη και την πρόοδό της δύναται να οδηγήσει σε νέα αγαθά τα οποία προάγουν τους στόχους της ατζέντας για το 2030.

του Δρς Κωστή Πανυτσίδη, Δασολόγος – Περιβαλλοντολόγος (ΑΠΘ), Ειδικός Πληροφορικής και Γεωγραφικών Συστημάτων

Πηγή: http://greenagenda.gr